Εισαγωγή
Χορευτικές διασκεδάσεις στον βυζαντινό κόσμο
Το ρωμαϊκό παρελθόν στα θεάματα
Ο Τερτουλιανός στον “Απολογητικό” του τον 2ο αιώνα, αντιπροσωπεύοντας τη χριστιανική κοινότητα της Καρχηδόνος γράφει εναντίον “του αμφιθεάτρου όπου βλέπει κανείς τους θεούς σας να χορεύουν μέσα στο ανθρώπινο αίμα”.
Ο Θράσιος Καικίλιος Κυπριανός (Thrasius Caecilius Cyprianus), επίσκοπος Καρχηδόνος τον 2ο αιώνα, γράφει για την παντομίμα. Ο μίμος αν θέλει να μείνει στη χριστιανική κοινότητα πρέπει να πάψει να χορεύει και να διδάσκει χορό.
Ο Ιουλιανός ο Αποστάτης στη διάρκεια της σύντομης βασιλείας του (360-363) επανέφερε τους αρχαίους χορούς μαζί με τα ειδωλολατρικά έθιμα.
Ο Λιβάνιος, φίλος του Ιουλιανού του Αποστάτη, έγραψε το έργο “Περί χορευτών”.
Χοροί στις πλατείες και στους δρόμους κατά τη διάρκεια εορτών ludi Nemesiacis, προς τιμήν της Νεμέσεως, προστάτιδος των κυνηγίων και των αγώνων δρόμου, από τον 5ο αιώνα σταματούν.
Η βυζαντινή αυτοκρατορία
Οσο ο χριστιανισμός εξαπλώνεται, τόσο υποχωρεί ο χορός. Αρχικά με τον Κωνσταντίνο και ιδιαίτερα με τον Θεοδόσιο (379-395).
Ο Αγιος Αυγουστίνος μιλάει για τα αίσχη που προκαλούσαν οι – μη-χριστιανοί – χορευτές στην Καλαμα (Guelma, Algeria) to 408.
Η σύνοδος της Ελβιρας το 300 καταδικάζει τους παντομίμους σε αφορισμό.
Η σύνοδος της Arles το 314 καταδικάζει τους ηθοποιούς.
Ο Θεοδόσιος το 393 κλείνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες, οπότε σταματούν και οι χοροί που ήταν μέρος των τελετών τους.
Στον Θεοδοσιανό Κώδικα προβλέπεται ένα κεφάλαιο tribunus voluptatum, ειδικά για τους ανθρώπους του θεάματος, ώστε οι πόλεις να εφοδιάζονται με μίμους.
Ο Θεοδόσιος ο 2ος (405-450) εντάσσει στον κώδικά του το κεφάλαιο De scoenicis όπου καταδικάζονται οι viles histriones. Στο κεφάλαιο De spectaculis αναφέρεται στα θεάματα γενικά. Και στο άλλο κεφάλαιο αναφέρεται στο λιμάνι της Γάζας, όπου γίνονται οι γιορτές Maοouma που είναι αφιερωμένες στην Αφροδίτη και στο Διόνυσο. Οι εορτές αυτές είχαν επιτραπεί επί Ονόριου και Αρκάδιου. Κατόπιν απαγορεύτηκαν την 2 Οκτωβρίου 399. Ξανάρχισαν επί Λέοντος 4ου το 770 για να εορταστεί μια νίκη επί των Αράβων. Τις ξαναβρίσκουμε υπό τον Κωνσταντίνο 7ο, τον 10ο αιώνα.
Ο Χωρικός, τον 9ο αιώνα, μαθητής του πατριάρχη Φωτίου, έγραψε το “Περί ηθοποιών”, όπου συμπεριλαμβάνονταν οι χορευτές.
Στον οβελίσκο του Θεοδοσίου του 2ου εμφανίζονται ανάγλυφα με δύο πνευστά “όργανα” και μια σειρά χορευτών. Στην βάση του οβελίσκου, η οποία προστέθηκε σ’ αυτόν το 390 φαίνονται δύο χορευτές. Ο οβελίσκος είναι του Τούτμωση 2ου και τον έφεραν από την Ηλιούπολη. Μουσικοί φαίνονται να παίζουν αυλό του Πανός. Ο Ιππόδρομος περιείχε επίσης μία κρήνη στολισμένη με ανάγλυφα όπου εμφανίζονταν επίσης χορευτές και μουσικοί.
Στο στέμμα το δωρισμένο από τον Κωνσταντίνο τον Μονομάχο στον βασιλέα της Ουγγαρίας τον 11ο αιώνα παριστάνονται δύο χάριτες, η Αλήθεια και η Ταπεινοφροσύνη, και δύο χορεύτριες που κουνούν ένα μαντίλι πάνω από τα κεφάλια τους.
Ο Καίσαρ ο Καισάριος γύρω στο 500 μιλάει για τον ερωτισμό που περιέχεται στους χορούς των Γότθων που είναι εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη.
Επί Νικηφόρου Φωκά, 10 αιώνας, έρχονται στην Κωνσταντινούπολη περιπλανώμενοι από την Ινδία γελωτοποιοί ή ακροβάτες, καθώς και σκανδιναβοί χορευτές ντυμένοι με δέρματα ζώων.
Ο Ιουστινιανός ο 2ος το 692 απαγορεύει τα βρουμάλια, εορτές με πολλούς χορούς, συνέχεια των σατουρναλίων των Ρωμαίων, από 27 Νοεμβρίου μέχρι 17 Δεκεμβρίου (τις βραχύτερες ημέρες του χρόνου).
Το θέατρο, οι μίμοι
Οι χορευτές όπως και οι ηθοποιοί έπρεπε, εκτός των άλλων, να δηλώνουν τις μετακινήσεις τους. Ετσι γνωρίζουμε για κάποιον Κραμελλο, περιπλανώμενο χορευτή επί Ιουστινιανού.
Οι χορευτές δεν αναφέρονται στο Βιβλίο του Λέοντος 6ου (886-913) που απαριθμεί τις συνταχνίες της Κωνσταντινούπολης.